- σιταράς
- οσιτέμπορος, έμπορος σιταριών.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σιταράς — Ορεινός οικισμός (63 κάτ., υψόμ. 770 μ.), στην επαρχία Γρεβενών του ομώνυμου νομού. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (33 τ. χλμ., 63 κάτ.). * * * και σταράς, ο, Ν έμπορος σιταριού και άλλων δημητριακών. [ΕΤΥΜΟΛ. < σιτάρι / στάρι + κατάλ. άς… … Dictionary of Greek
σταράς — ο, Ν βλ. σιταράς … Dictionary of Greek
Ρεθύμνης νομός — Διοικητική διαίρεση της κεντροδυτικής Κρήτης με όρια στα Α τον νομό Ηρακλείου και στα Δ τον νομό Χανίων, ενώ στα Β βρέχεται από το Κρητικό και στα Ν από το Λιβυκό πέλαγος. Έχει έκταση 1496 τ. χλμ. Διοικητικά ο νομός Ρ. χωρίζεται σε τέσσερις… … Dictionary of Greek